19 Μαΐου 2014

Αφήστε τις μνήμες να φουσκώσουν το πανί του πλοίου, στο ταξίδι για την χαμένη πατρίδα...

19η Μαΐου. Ημέρα μνήμης για τον Ελληνισμό του Πόντου.
 

Γράφει ο ΝΤΙΝΟΣ Στυλιανός

Αντιπρόεδρος της
Αμφικτιονίας Ακαρνάνων
                    Οι σπουδαστές των  Εκπαιδευτηρίων  Πληροφορικής Βόνιτσας σε συνεργασία με τον σύλλογο Ποντίων Αγίου Νικολάου Βόνιτσας και την Αμφικτιονία Ακαρνάνων, το 2011, με διαδοχικές συνεντεύξεις, κατέγραψαν μια άλλη πλευρά του ποντιακού δράματος.
Μέσα από τις διηγήσεις της υπέργηρης Κας Ελένης Μαυρίδη, απλώνεται ο ξενιτεμός μιας  γενιάς Ελλήνων,  ξενιτεμός σε δυό πατρίδες.
Οι σπουδαστές μετέφεραν τις διηγήσεις σε δυναμική παρουσίαση Power Point, με κατάλληλη κίνηση και νοσταλγικό ήχο.
 Στις 6 Αυγούστου 2011 παρουσιάστηκε η εφαρμογή στη κατάμεστη πλατεία του Αγίου Νικολάου. Η παρουσίαση ήταν εμπλουτισμένη (για τα συμβάντα στα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης στο νέο χωριό)  από τις διηγήσεις της Κας Ελευθερίας Μάρη.

Όταν τελείωσε η παρουσίαση, βρέθηκα ανάμεσα στους δύο πύργους μνήμης για το προσφυγικό χωριό, την Κα Ελένη και την Κα Ελευθερία. Σε λίγο μας πλησίασε μια ευγενική κυρία από την Ομοσπονδία των Ποντίων.  Χρησιμοποιώντας το γλωσσικό  ιδίωμα των Ποντίων, ρώτησε την Κα Ελένη Μαυρίδη για την ζωή στο Πόντο.
 
Η Κα Ελένη Μαυρίδη
σε νεαρή ηλικία
(1930)
                    Η Κα Ελένη απάντησε με το ίδιο γλωσσικό ιδίωμα, αλλά εδώ μπορεί να μην καταλάβαινα ούτε μια λέξη, όμως έζησα για ελάχιστα λεπτά της ώρας σε μια άλλη εποχή.
Μιά φωνή σταθερή, με συναίσθημα, με λέξεις που δεν ξεχώριζαν η μια από την άλλη (όπως εμείς σήμερα χρησιμοποιούμε την παύση ανάμεσα σε δύο λέξεις) αλλά ένας διαφορετικός τόνος, έδινε το μήνυμα το πότε άλλαζε η κάθε λέξη. Γιατί όχι η γνήσια μεταφορά της αρχαίας προφοράς στην Ελληνική γλώσσα.
Σας παραθέτουμε αποσπάσματα από τις διηγήσεις της Κας Ελένη Μαυρίδη:
Περιοχή: από Άδανα για Πόντο.
Ήταν ξημέρωμα όταν άρχισαν οι πόνοι. Με ψίθυρους ενημερώθηκε μια προεστή. Ήλθε σκυφτή και με προσοχή για να μην την καταλάβουν οι Τούρκοι. Κανείς δεν προέβλεπε την αντίδραση των Τούρκων.
Γεννήθηκα κάτω από τις πιο παράξενες συνθήκες.
•Η μάνα μου να δαγκώνεται για να μην φωνάξει από τους πόνους, και μετά εγώ κουκουλωμένη στην αγκαλιά της μάνας μου για να ζεσταθώ και να μην ακούγεται το κλάμα μου.
•Μόλις γεννήθηκα ο πατέρας μου είπε να με βαφτίσουν αμέσως. Αν πέθαινα να είχα το χριστιανικό μου όνομα, να ήμουν χριστιανή. Η προεστή απέτρεψε τον πατέρα μου να με αεροβαπτίσει.
Είναι γερό παιδί, θα αντέξει, είπε.
Η Βάπτιση
•Σε τρεις μέρες πλησιάσαμε ένα Ελληνικό χωριό. Οι Τούρκοι μας άφησαν να πάμε για να ζητιανέψουμε τρόφιμα. Ο Πατέρας μου, όταν από μακριά αντικρίσαμε το χωριό και είχε ακούσει ότι είναι Ελληνικό, βρήκε τον πατέρα της μελλοντικής νονάς μου.
•Η Ευρώπη, του είπε, είναι καλή κοπέλα. Μόλις μπούμε στο Ελληνικό χωρίο, θα πάμε γρήγορα στην εκκλησία και θα μου βαφτίσει την κόρη μου. Να πάρει το χριστιανικό όνομα και τις χάρες της νονάς της.
Φωτήσα
•Έτσι η Ευρώπη, 16 ετών τότε , έγινε η νονά μου, σε ένα χριστιανικό μυστήριο που μπορεί τα λόγια του Παπά να ήταν τόσο γρήγορα ειπωμένα, αλλά οι ευχές του έβγαιναν μέσα από την ψυχή του.
Πόντος (χωριό Ακαγια), Τα γεγονότα του 1922
•Ήμουν τεσσάρων χρόνων όταν άρχισε ο χαλασμός. Οι μεγάλοι καθημερινά μιλούσαν μεταξύ τους για τα φρικτά εγκλήματα των Τούρκων. Εγώ δεν τα καταλάβαινα, δεν ένοιωθα ακόμα τα πράγματα.
Όμως μια μιλιά με έκανε να νοιώσω την καταστροφή που έρχονταν.
•Η Ευρώπη, η νονά μου , χάθηκε. Την έκαψαν ζωντανή οι Τούρκοι μέσα στην εκκλησία.  Χάθηκε η νονά μου, πάει η νονά μου. ΓΙΑΤΙ, τι κακό έκανε;
Τραπεζούντα
•Ο πατέρας μου μας πήρε και βγήκαμε όλοι στο λιμάνι της Τραπεζούντας. Στα  παιδικά μου μάτια  η μεγάλη πόλη ήταν το πρωτόγνωρο , αλλά η κατάσταση στο λιμάνι, τα κλάματα, οι φωνές, ο τρόμος, με έκαναν να φοβάμαι.
Φυγή από την Τραπεζούντα
•Επιβιβαστήκαμε σε ένα Ελληνικό πλοίο και ανοιχτήκαμε στην μαύρη θάλασσα. Τα βάσανα δεν είχαν τελειώσει, αλλά μόλις είχαν αρχίσει. Ήμασταν κάτω στα αμπάρια όταν ένας μεγάλος θόρυβος ακούστηκε από το πίσω μέρος του καραβιού. Με μιάς νιώσαμε σαν να πετάει το καράβι προς τα μπροστά, και μετά ένας πανικός.
Μας χτυπήσανε…., τούρκικο καράβι είναι …, πολεμικό θωρηκτό είναι … φωνές, κλάματα, απελπισία.
Προσπάθειες για διάσωση
•Ανεβήκαμε πάνω στο κατάστρωμα, από πίσω από το πλοίο μας έβγαινε καπνός, φαίνεται ότι η τορπίλη προκάλεσε την φωτιά. Όλοι κοίταζαν την στεριά που ήταν πολύ μακριά το βάθος, εκεί που φαίνονταν οι τρούλοι της Αγίας Σοφίας και όλοι καταλάβαιναν ότι το πλοίο σε λίγο θα βυθιστεί.
•Μετά από ώρα φάνηκε ένα άλλο πλοίο να πλησιάζει. Από την σημαία του ο πατέρας μου είπε ότι είναι Ολλανδικό. Επιβιβαστήκαμε σε αυτό με πορεία για την Κωνσταντινούπολη
Εκεί μείναμε ένα μήνα. Θυμάμαι τις χανούμισσες στους δρόμους και τους άνδρες που φόραγαν παπούτσια που έτριζαν.
 
 
Πορεία για την Κέρκυρα
Πάνω στον μήνα ήλθε ένα ελληνικό πλοίο και μας πήρε. Άκουγα την λέξη Κέρκυρα, αλλά δεν καταλάβαινα γιατί την επαναλάμβαναν συνέχεια. Στο ταξίδι μια δεκαπεντάχρονη πέθανε. Ο καπετάνιος του πλοίου διάβασε την επικήδεια λειτουργία και την ρίξανε στην θάλασσα.
Φτιάσαμε στην Κέρκυρα και το πρώτο που αντικρίσαμε ήταν ένας κλίβανος……
…… Ο ξεριζωμός συνεχίζεται..
•Σε λίγο μας πέρασαν απέναντι στην Ηπειρωτική ακτή, στην Πέρδικα.
•άρχισαν οι υποσχέσεις ότι θα μας εγκαταστήσουν σε τόπο με χωράφια για να έχουμε να καλλιεργήσουμε και να ζήσουμε σαν άνθρωποι και όχι σαν ζητιάνοι.
•Ετσι μας πήγαν στην Πρέβεζα, αλλά δεν μας έδιναν ένα τόπο για να ζήσουμε.
Μια είδηση ελπίδας…
•Τότε μάθαμε ότι στο κάστρο της Λευκάδας ήταν και άλλοι πρόσφυγες, προερχόμενοι από την Κωνσταντινούπολη. Από επικοινωνία που είχαμε μας ενημέρωσαν ότι στην Ακαρνανία, κοντά στην Λευκάδα υπάρχει γή για να εγκατασταθούμε.
Φύγαμε ένα πρωί, με πλοίο, την βενζίνα, από την Πρέβεζα για την οριστική μας εγκατάσταση, για τις νέες ρίζες μας.  Ήμουνα τότες 9 χρονών.
Φτάσαμε αργά το μεσημέρι στο σημερινό κεφάλι Παναγιάς (Ορμος Δέματα Αγίου Νικολάου)
Η πρώτη νύχτα
•Απλώσαμε τα αντίσκηνα και οι γυναίκες έβαλαν τα τσουκάλια. Είχαμε μαζί μας από την Πρέβεζα όσπρια. Μέσα σε δυό μέρες  μας τέλειωσε το νερό που είχαμε φέρει. Δεν μπορούσαμε πουθενά να πάμε. Πίσω μας η θάλασσα και μπροστά μας τόσο ψηλή δασωθειά που δεν έβλεπες τι υπάρχει από πίσω
Αρχίσαμε να προσανατολιζόμαστε
•Την άλλη μέρα  φάνηκε ένας Βλάχος και μας είπε που υπήρχε νερό για να πιούμε. Μας είπε ότι υπάρχουν και άλλοι πρόσφυγες σε αντίσκηνα μια ώρα δρόμο προς τα πάνω.
•Πρώτη ανάγκη το νερό. Τον ακολούθησαν οι μεγάλοι άνδρες που φορτώθηκαν τα αγγεία. Μέσα από τρύπες που είχε η δασωθειά τους έβγαλε πάνω στο σημερινό πλαγιώτικο. Εκεί ήταν μια λόμπα με νερό.
Μια πηγή νερού κάτω από τον αρχαίο ναό της Βίγλας
Το νερό του αρχαίου Ναού, μας έσωσε εκείνες τις μέρες..
Αντάμωση με τους Κωνσταντινοπολίτες
•Αφού μας έφεραν το νερό, οι άνδρες έφυγαν για να πάνε να βρούνε τους άλλους πρόσφυγες. Ήταν οι Κωνσταντινοπολίτες που για αυτούς είχαν μάθει ότι είχαν πρωτοεγκατασταθεί μέσα στο κάστρο της Αγίας Μαύρας. Ειχαν εγκατασταθεί μέσα σε  αντίσκηνα στο χώρο που σήμερα είναι το χωριό μας.
•Συζήτησαν μαζί τους, για την εκεί διαβίωσή τους, για τις προοπτικές μόνιμης εγκατάστασης σε εκείνο τον χώρο.
Η σύσκεψη των προεστών
•Οι άνδρες όταν γύρισαν πίσω, στο ακρωτήρι κεφάλι Παναγιάς, συζητήσανε για το τι θα κάνουμε. Ο πατέρας μου διαφωνούσε στο να μείνουν εκεί, έλεγε δεν θα υπάρξει προοπτική. Είχε δεί τον τόπο πάνω από την δασωθειά και δεν είδε τίποτα άλλο από άγριο τόπο με σκινάρια και παλιούρια…….. (ακολουθεί η διήγηση) 
(ένα άλλο απόσπασμα) …………Ο Κεμετζές
•Μέσα στο βουητό των συζητήσεων, ακούστηκε μια δοξαριά και αμέσως άλλη μια. Εμείς οι μικροί σηκωθήκαμε όρθιοι και είδαμε ένα ψηλό άνδρα, ξερακιανό, με χέρια τεράστια, να κρατάει ένα κεμετζέ. Το θυμόμασταν το όργανο από τον καιρό του πόντου. Άρχισε ο κεμετζέ τις δοξαριές του και κάθε δοξαριά ήταν ένα τίναγμα στην καρδιά όλων μας, ήτανε ‘ένα άνοιγμα στο μπαούλο με τις αναμνήσεις της παρτίδας που χάθηκε.
Ο κεμετζές έπαιζε και μαζί με αυτόν έπαιζε και η ψυχή μας, πέταγε πίσω στον πόντο, στην πατρίδα, στα σπίτια μας, αυτούς που η ματωμένη σπάθα του Τούρκου τους αφαίρεσε την ζωή. Οι μεγαλύτεροι ήθελαν να τραγουδήσουν να συνοδεύσουν τον κεμετζέ, αλλά που να βγει η φωνή. Τώρα που το σκέφτομαι θαρρώ ότι αν κατάφερνε κάποιος να βγάλει την φωνή του, εκτός από λυγμούς θα ακούγονταν ένα μοιρολόι

Ο Τζολακίδης ο γαμπρός του Λωλού, έπαιζε τον κεμετζέ. Κατάγονταν από την  Κωνσταντινούπολη……..
(ένα άλλο απόσπασμα) ……. Αντε ακούστε και κατι ευχάριστο.
•Σύντομα στο χωριό είχαμε τον πρώτο γάμο. Ήτανε την περίοδο που τα σπίτια ήταν με τάβλες και λάσπη (τσατμάδες), δηλ πρίν το 1928.
•Γαμπρός ο Γιάννης ο Ζυγάς και νύφη η Σοφία Φυτοπούλου.
Ετοιμασίες για τον πρώτο γάμο στο νέο χωριό
•Την προηγουμένη ημέρα από τον γάμο, από κάθε σπίτι δοθήκαν δανικά τα πιάτα, τα ποτήρια και τα μαχαιροπήρουνα.
•Στα τσουκάλια βάλανε το κρέας για τη σούπα. Το βράδυ , παραμονή του γάμου έγινε το πρώτο γλέντι………
(ένα άλλο απόσπασμα)  …… Οι κακουχίες δεν μας γονάτισαν όσο η ελονοσία που μάστιζε την περιοχή. Μας έδωσαν κινίνη χωρίς να μας πούνε για την δοσολογία του.
Τον πατέρα μου τον πείραξε η κινίνη και έπεσε εμπύρετος στο κρεβάτι.
 Ήταν τότε 36 ετών.
•Κάποιος είπε ότι πρέπει να τον πάμε στο Νοσοκομείο στη Λευκάδα. Τον πήραν στην πλάτη και τον έβγαλαν στον δρόμο περιμένοντας να περάσει κάποιος για Λευκάδα. Είχε νυχτώσει και κανείς δεν είχε φανεί. Τον γύρισαν εξαντλημένο στο σπίτι. Το ίδιο επαναλήφθηκε και την άλλη μέρα. Την Τρίτη μέρα πέρασε ένα κάρο και τον πήρανε στην Λευκάδα.
Πάλεψε ο πατέρας μου, πάλεψε ο ίσκιος μας, αλλά δεν άντεξε, πέθανε. Δεν καταφέραμε να τον φέρουμε στο χωριό, τον θάψανε στην Λευκάδα.
Οι συζητήσεις μας, οι αναμνήσεις μας, τα όνειρά μας ταξίδι στην πρώτη πατρίδα.
•Εμείς οι μικρότεροι σε ηλικία κάναμε το πρώτο βήμα στην καταγραφή των γεγονότων του ξεριζωμού από την γενέτειρα πατρίδα και την εγκατάσταση στην πατρίδα Ελλάδα.
•Απλώστε τις μνήμες σας, ομολογήστε τα βιώματα, γνωστοποιείστε την ιστορία των προγόνων μας, για να μείνει παρακαταθήκη-θησαυρός για εμάς και τα παιδιά που θα ‘ρθουν.
 
ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ


*Σημειώνουμε ότι η όλη παρουσίαση διαρκεί 58 λεπτά.

ΑΠΟ ΞΗΡΟΜΕΡΟ NEWS

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου