του Νίκου Θεοδ. Μήτση
Το Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα 6/18 Οκτωβρίου 1845 περί διανομής Αριστείων (σιδηρούν, χαλκούν, αργυρούν) στους συμμετέχοντες στον ιερό αγώνα του 1821 – 1829, όπου συνυπογράφεται από τον Υπ. Στρατιωτικών Αντρέα Λόντο και τον Υπ. Εσωτερικών Ρήγα Παλαμίδη.
Μετά το τέλος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κατά των Τούρκων και την ανεξαρτησία της Ελλάδος, η οποία σηματοδοτήθηκε ουσιαστικά με το πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830, όπου ως γνωστόν οι εκπρόσωποι των τριών μεγάλων δυνάμεων, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, αναγνώρισαν και εγγυήθηκαν την ανεξαρτησία της Ελλάδος, οριοθετώντας τα πρώτα σύνορα της μικρής επικρατείας ως εξής: «Η Ελλάς θέλει σχηματίσει εν Κράτος ανεξάρτητον και θέλει χαίρει όλα τα δίκαια, πολιτικά, διοικητικά και εμπορικά τα προεπεφυκότα εις εντελή ανεξαρτησία», περιγράφοντας σαφώς και τα σύνορα του νεοσύστατου κράτους. Σύνορα, τα οποία το 1832 μετατράπηκαν στη γραμμή Παγασητικού - Αμβρακικού, με τη λεγόμενη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, όπου ο Σουλτάνος επικύρωσε το πρωτόκολλο του Λονδίνου.
Άρχισε τότε μία προσπάθεια του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος, Ιωάννη Καποδίστρια , για την πολιτικοοικονομική οργάνωση του νεοσύστατου κράτους και τη δικαίωση των απλών μαχητών - αγωνιστών, η οποία , ως γνωστόν , θα ανακοπεί με την δολοφονία του.
Μετά τον Καποδίστρια, τα πράγματα, όσον αφορά την ικανοποίηση των απλών αγωνιστών έγιναν ακόμα χειρότερα. Η Αντιβασιλεία των Βαυαρών που είχε αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας - Άρμανσμπεργκ , Χαϊντέκ, Μάουερ, οι οποίοι θα κυβερνούσαν τη χώρα μέχρι την ενηλικίωση του Βασιλιά Όθωνα - διέλυσε τα άτακτα στρατεύματα των αγωνιστών του 1821 και προχώρησε στην σύσταση τακτικών έμμισθων στρατευμάτων.
Μαζί με τον Όθωνα είχαν έρθει και 5.200 Βαυαροί και από άλλες εθνικότητες, αλλά συνάμα μαζί με τον Όθωνα ήρθαν και πολλοί τυχοδιώκτες αποτυχημένοι αξιωματικοί στις Ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και στρατιώτες για να πλαισιώσουν το στρατό του νέου Βασιλείου και οι οποίοι έπαιρναν σκανδαλώδεις μισθούς, σε σχέση με τους Έλληνες ομοιόβαθμούς τους.
Η αυταρχική διακυβέρνηση των Βαυβαρών ή Μπαμπαρέζων (όπως τους έλεγε και ο Μακρυγιάννης) είχε σαν αποτέλεσμα την έντονη δυσαρέσκεια του λαού και των παλαιών αγωνιστών, με αποκορύφωμα την Συνταγματική εξέγερση του 1843, κατά την οποία ο Βασιλιάς υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο λαό Σύνταγμα και να κυβερνήσει ως συνταγματικός Βασιλέας και όχι ως απόλυτος μονάρχης που ήθελε ο ίδιος.
Με τη διάλυση των ατάκτων στρατευμάτων και την προσπάθεια δημιουργίας τακτικού μισθοφορικού στρατού, κατά τα πρότυπα της τότε Ευρώπης, είχε σαν αποτέλεσμα 10.000 έως 15.000 άτομα, που τόσα χρόνια είχαν συνηθίσει τον πόλεμο και δεν ήξεραν τίποτε άλλο παρά μόνο να πολεμούν και για να αρπάξουν, να βρεθούν ξαφνικά χωρίς «δουλεία», χωρίς επαγγέλματα, αφού δεν ήξεραν να κάνουν τίποτα άλλο εκτός από πόλεμο.
Χωρίς γη δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις στοιχειώδεις βιοποριστικές τους ανάγκες, ή και αυτοί που πήραν κάποια γη, αυτή είχε μείνει χρόνια ακαλλιέργητη και ήταν αντιπαραγωγική. Διεκδικούσαν λοιπόν το δικαίωμα και δικαίως, να ενταχθούν σε κάποια μόνιμη θέση στο νεοσύστατο τακτικό Βασιλικό στρατό, έτσι ώστε να έχουν μισθό για να ανταπεξέλθουν οικονομικά στις οικογενειακές τους ανάγκες.
Αφού δεν μπορούσαν να απορροφηθούν όλοι αυτοί στο στράτευμα, (άφηναν οι ξένες βδέλλες που είχαν τις καλύτερες θέσεις μέσα στα φρούρια, ενώ οι Έλληνες είχαν την ευθύνη φύλαξης των παραμεθόριων περιοχών) επόμενο ήταν να έρθουν σε σύγκρουση με την αλαζονική εξουσία και να εκτραπούν στην τέχνη που ήξεραν, πόλεμο και αρπαγή, δηλαδή παρανομία και ληστεία. Για τους λόγους αυτούς ο στρατηγός Μακρυγιάννης, αλλά και ο πατριώτης μας Δήμος Τσέλιος, στρατηγός στην επανάσταση του '21, είχαν κάνει σχετικές εισηγήσεις στον Άρμανσμπεργκ, οι οποίες δεν έγιναν κατανοητές από τους Μπαυαρέζους.
Έτσι το 1835 με Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα, θεσπίστηκε το Αριστείο του αγώνα, ως ανταμοιβή της προσφοράς όλων των αγωνιστών που έλαβαν ενεργό μέρος στην επανάσταση κατά των Τούρκων.
Το Αριστείο ήταν ένας μεταλλικός σταυρός, (Παράσημο) που συνοδευόταν με ένα χαρτί, το δίπλωμα του αγώνα, το δε παράσημο το κρέμαγε κάθε αγωνιστής στο στήθος του. Ο μεταλλικός σταυρός ήταν από ασήμι για τους αξιωματικούς, από χαλκό για τους υπαξιωματικούς, και σιδερένιος για τους απλούς στρατιώτες.
Ο θεσμός των Αριστείων ήταν μία εφεύρεση των Βαυαρών, για να ικανοποιήσουν κατά κάποιον τρόπο ανέξοδα τους αγωνιστές, ενώ οι ίδιοι λυμαίνονταν το ταμείο του μικρού κράτους.
Το γεγονός ό,τι κι αυτά ακόμα τα Αριστεία, δεν δίνονταν κανονικά και σύντομα, αλλά τα καθυστερούσαν και δη επιλεκτικά, είναι μία απ' τις αιτίες που ξεκινούν οι ληστείες την εποχή εκείνη σε αγάλι έκταση, απ' τους παλιούς αγωνιστές που βλέπουν την κοροϊδία των Βαυαρών.
Τέτοια Αριστεία δόθηκαν το 1835 και εφεξής σε πολλούς αγωνιστές - μαχητές του Ξηρομέρου και όχι μόνο, που απ' την αρχή του αγώνα πολέμησαν σε πολλές μάχες κατά των Τούρκων και έφτασαν στους βαθμούς των αξιωματικών (Α' έως Ζ' τάξεως), και των υπαξιωματικών (Α' έως Β' τάξεως).
Το 1833 και το 1836 έγινε μία πρώτη προσπάθεια να καταρτισθεί από κάποιες Επιτροπές ένα Μητρώο [1] μόνο για τους Αξιωματικούς που έλαβαν μέρος στην επανάσταση, αλλά το Μητρώο αυτό δεν κάλυψε τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες όλων των αγωνιστών του ΄21 .
1844 αργυρά ΑΡΙΣΤΕΙΑ
(φωτογραφία από το προσωπικό μας αρχείο)
Χαλκούν
Αριστείον στα 1844
Αργότερα με την Συνταγματική Επανάσταση του 1843 και συγκεκριμένα το 1845 σε εφαρμογή του Ε' ψηφίσματος της Εθνοσυνέλευσης της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, συγκροτείται μια Επιτροπή στρατιωτικών εκδουλεύσεων, υπό τον Καθηγητή Γεώργιο Κρέμο, για να καταγράψει αυτούς που είχαν αγωνιστεί.
Η Επιτροπή αυτή δεν ολοκλήρωσε το έργο της και μάλλον διαλύθηκε περί το 1847 καθότι δεν βρέθηκαν τα αρχεία της.
Επισήμως οι αγωνιστές - μαχητές της επαρχίας Βονίτσης και Ξηρομέρου, αναγνώρισαν την προσφορά τους ως αγωνιστές και εγγράφηκαν στο Μητρώο των Αγωνιστών, στην δημιουργηθείσα πολύ αργότερα Επιτροπή του 1865, η οποία και αυτή τελεσφόρησε το έργο της το 1871.
Τέτοιοι αγωνιστές - μαχητές από την επαρχία Βονίτσης και Ξηρομέρου που τους χορηγήθηκαν Αργυρά, Χάλκινα και Σιδηρά ΑΡΙΣΤΕΙΑ υπάρχουν αναρίθμητοι σε διάφορες αρχειακές πηγές και φακέλους, απ' όπου ευτυχήσαμε στην αέναη ερευνά μας να τύχουμε ανάλογης «πνευματικής συγκομιδής», όπου ενδεικτικά σας παρουσιάζουμε σε σχετικές πρωτότυπες φωτογραφίες, λησμονημένους μαχητές από τα χωριά του τ. Δήμου Αστακού , της ηρωικής, καθημαγμένης και ευάνδρου περιοχής του Ξηρομέρου.
[1]
Περισσότερα για τα Μητρώα στο βιβλίο του Νικολάου
Θεοδ. Μήτση με τίτλο «ΔΗΜΟΣ ΣΟΛΛΙΟΥ
Αγώνες και Θυσίες» σελ. 78-86, έκδοση Ενωσης Αλυζίων. Αθήνα 2005.
Νίκος Θεοδ. Μήτσης ( Λιρομήτσης )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου