Στις αρχές Φεβρουαρίου είχαμε παρουσιάσει το πρώτο μέρος της ιστορικής έρευνας για τον ευγενή Βονιτσιάνο Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Το υλικό της εργασίας, όπως και τότε αναγγέλθηκε, υπερβαίνει τους δύο τόμους. Όσο και να περιορίσουμε την έκταση των πληροφοριών, που χρειάζονται να παρουσιαστούν, είναι απαραίτητη η σε τέσσερες τμηματικές αναρτήσεις, παράθεση των στοιχείων της εργασίας.
Σήμερα, στο β’ μέρος, θα σας παραδώσουμε δύο κεφάλαια:
1.-Οι πρώτες επαφές με το περιεχόμενο της συλλογής.
2.-Το αρχοντικό της οικογένειας Λαμπράκη.
Οι πρώτες επαφές με το περιεχόμενο της συλλογής
Την περίοδο 1974-1983, στη Βόνιτσα, είχε δραστηριοποιηθεί ο πολιτιστικός σύλλογος «ANAKTOΡΙΟ», με έκδοση εφημερίδας, εκδηλώσεις και με μεγάλη δανειστική βιβλιοθήκη. Η βιβλιοθήκη κάλυπτε περίπου 70 τμ, σε κτίριο επί της κεντρικής πλατείας.
Ένα από τα βιβλία της βιβλιοθήκης ήταν το «Σαν Όνειρα και σαν Πόθοι». Λόγω της σπανιότητας του βιβλίου, ο πρόεδρος του συλλόγου, Παντελής Σουρτζής, ζήτησε από την υπάλληλο της Βιβλιοθήκης, την Κων/να Παππά, να δακτυλογραφήσει την συλλογή. Επιλέχθηκε η δακτυλογράφηση αντί της φωτοτύπισης καθόσον εκείνη την εποχή η φωτοτυπία ήταν σε στατικό χαρτί, του οποίου το περιεχόμενο εύκολα αλλοιώνονταν (μαύριζε).
Σε λίγα χρόνια ο Πολιτιστικός σύλλογος, υποχρεώθηκε να σταματήσει την δραστηριότητά του και να κλείσει η δανειστική βιβλιοθήκη. Τα έξοδα λειτουργίας ήταν πολλά και το Κράτος προτιμούσε να επιχορηγεί άλλους συλλόγους, γιορτές και συναυλίες, αντί να καλύψει τα έξοδα λειτουργίας μιας πνευματικής φωλιάς.
Τα βιβλία του συλλόγου σκορπίστηκαν ανάλογα με το χρώμα τους και το χρώμα από τις κουρτίνες του κάθε άρπαγα. Όσα βιβλία δεν είχαν το επιθυμητό χρώμα, γλύτωσαν από την αρπαγή, όμως βρέθηκαν πεταγμένα στο δάπεδο και από πάνω τους συσσωρευμένοι οι κάδοι των απορριμμάτων. Ευτυχώς που έγινε η δακτυλογράφηση, γιατί το μοναδικό αντίτυπο του βιβλίου με την συλλογή ποιημάτων του Φιλοκτήτη, εξαφανίστηκε. Ποια η τύχη του μοναδικού βιβλίου; Κανείς δεν γνωρίζει.
Στα μέσα της δεκαετίας 2000-2010, οι Αμφικτίονες έγιναν κάτοχοι 24 φύλλων της εφημερίδας «Ανακτόριο», κυκλοφορίας την περίοδο 1937-1938, από τον τότε δικηγόρο και δημοσιογράφο, Δημήτριο Παπαγαλάνη. Στο 2ο φύλλο της εφημερίδας, εντόπισαν τοποίημα για τον Πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα. Οι δύο τελευταίοι στίχοι ήταν γνωστοί στην Βόνιτσα αφού ήταν στο σώμα μιας πινακίδας στο κορμό του πλάτανου της κεντρικής πλατείας, έξω από τον Αγιο Σπυρίδωνα.
«Και συ μόνος τι κρίμα ,
να κάθεσαι και να θρηνείς
στου Στρατηγού το μνήμα».
Στα ανατολικά του πλάτανου, στο τότε νεκροταφείο της εκκλησίας, είχε ταφεί ο στρατηγός Δημήτριος Γρίβας, γιός του Θεοδωράκη. Κατά μια πληροφορία, στο χώρο αυτό είχαν τοποθετηθεί και τα οστά του Θεοδωράκη, που μεταφέρθηκαν από το Μεσολόγγι, από τον εκεί τάφο του.
Για τους στίχους, πάνω στο πλάτανο, κανείς δεν είχε την γνώση, για τον στιχουργό. Το ολοκληρωμένο ποίημα του δεύτερου φύλλου της εφημερίδας ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ, είχε την σημείωση «ένας Βονιτσιάνος ποιητής». Επικοινωνήσαμε με τον Παντελή Σουρτζή, ο οποίος μας μίλησε για τον Φιλοκτήτη Λαμπράκη.
Την χρονιά εκείνη, στη πλατεία της Βόνιτσας υπήρξε εκδήλωση με τα χορευτικά της Βόνιτσας (χοροδιδάσκαλος Σπύρος Σκλαβενίτης). Παραδώσαμε στον τότε πρόεδρο του Συλλόγου των εν Αθήναις Βονιτσιάνων, Κο Κ. Τσαβαλά, μια φωτοτυπία με ολόκληρο το ποίημα για τον Πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα, για την απαγγελία του.
Η γνωστοποίηση όλου του ποιήματος έκανε εντύπωση σε όλους τους θεατές.
Ο Παντελής Σουρτζής μας ενημέρωσε ότι έχει δακτυλογραφημένη όλη την συλλογή του Φιλοκτήτη. Τις σελίδες τις είχε δώσει στον Θεόδωρο Τραυλό, ο οποίος άμεσα μας τις έδωσε για να τις φωτοτυπήσουμε.
Αρχίσαμε να εργαζόμαστε στην συλλογή του Φιλοκτήτη με αργό ρυθμό, μέχρι που υπήρξε η διαπίστωση ότι η Ψηφιακή βιβλιοθήκη «ΑΝΕΜΗ» φιλοξενεί μια φωτοτυπία του βιβλίου με την συλλογή του Φιλοκτήτη. Χαρακτηριστικό της συλλογής η προχειρότητα του σκαναρίσματος, με αποτέλεσμα να απουσιάζουν σημαντικά στοιχεία σε κάθε σελίδα.
Τότε αποφασίστηκε να αρχίσουν οι συνεντεύξεις για την συγκέντρωση στοιχείων της ζωής και του έργου, αυτού του πολυσύνθετου και μοναδικού χαρακτήρα, του Φιλοκτήτη. Με την βοήθεια του Σπύρου Βασιλάκου, επικοινωνήσαμε αρχικά με τονΓιάννη, γιό του Ηλία Τσουλούφου και μετά με τον ίδιο τον Κύριο Ηλία. Ο Κύριος Ηλίας Τσουλούφος είναι πρώτος εξάδελφος του Φιλοκτήτη, αφού η μητέρα του Ηλία Τσουλούφου και η μητέρα του Φιλοκτήτη Λαμπράκη ήταν αδελφές.
Μέσα σε χρονικό διάστημα δύο ετών είχαμε πολύωρες τηλεφωνικές συνεντεύξεις. Κάθε φορά ένα σημείο συζήτησης μας έδινε στοιχεία για να συζητήσουμε το επόμενο. Το μεγάλο πλεονέκτημα των συνεντεύξεων με τον κύριο Ηλία, είναι η δυνατότητά του σε επιστρέφει στο αρχικό θέμα συζήτησης, μετά την παράκαμψη σε δευτερεύον θέμα της συζήτησης.
Επίσης από μεγάλους, σε ηλικία, Βονιτσιάνους, αρχίσαμε την συγκέντρωση των δικών τους απόψεων, ώστε να υπάρχει η καταγεγραμμένη και η πλευρά των μη συγγενών, με τον Φιλοκτήτη, Βονιτσιάνων.
Μια άλλη όμως εργασία, απέδωσε στοιχεία σημαντικά για το έργο του Φιλοκτήτη. Ηταν το Project «To γαλλικών συμφερόντων εργοστάσιο επεξεργασίας γλυκόριζας στην Ενετική Βόνιτσα».
Στη προσπάθεια να εντοπίσουμε το σημείο εγκατάστασης και λειτουργίας του εργοστασίου, εκτός από τα ενετικά κείμενα, λάβαμε συνεντεύξεις από υπερήλικες κατοίκους της Βόνιτσας.
Σε μια συνέντευξη που είχαμε με τον αείμνηστο ΕΥΣΤΑΘΙΟ ΚΑΡΑΜΠΑΛΗ, με το αυτοκίνητο, πήραμε τον δρόμο για να συναντήσουμε τις «μπουτοβάγιες». Στη διαδρομή για το ρέμα της Μπαστιάς, περάσαμε από κάποιο σημείο του Πλατανιά.
Σε αυτό το σημείο ο «μπάρμπα Στάθης» άρχισε να μιλά για το περιβόλι του Φιλοκτήτη. Δεν τον σταμάτησα ούτε για μια στιγμή. Άκουγα και η λαλιά του, μου επιβεβαίωνε όλα όσα κυρίως μου είχε πεί ο Κος Ηλίας Τσουλούφος. Ο Μπαρμπα Στάθηςγνώριζε τον τόπο, σπιθαμή προς σπιθαμή, αφού ήταν εργολάβος στις μπουτοβάγιες από τη Μπαστιά και μέχρι την είσοδο στη Βόνιτσα.
Επίσης συνεντεύξεις είχαμε από τους Βονιτσιάνους Παντελή Σουρτζή και Ευδοκία Ντίνου.
Με την βοήθεια του Επαμεινώνδα Νικάκη, ήλθαμε σε επαφή με τον Κύριο Χρήστο Καββαδία, ανιψιό από αδελφή του Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Ο Επαμεινώνδας Νικάκης έλαβε συνεντεύξεις από τις αδελφές του κυρίου Χρήστου Καβαδία.
Θα κλείσουμε την αναφορά στο ιστορικό της έρευνας και τις συνεντεύξεις, με μια περιγραφή. Στις συζητήσεις του ο Μπαρμπα Στάθης, εκεί στο Πλατανιά, επανέλαβε τη φράση «ο Φιλοκτήτης αγαπούσε τη γή». Όταν αργότερα γίνονταν η ταξινόμηση των συγκεντρωμένων πληροφοριών, έγινε αντιληπτή η επανάληψη της προαναφερόμενης έκφρασης. Τότε κατάλαβα το νόημα της φράσης. «Ποιος αγαπά τη γή και δεν είναι καλός άνθρωπος;»
Για την συλλογή ποιημάτων, υπήρχε και μια άλλη πληροφορία, μέσα από τις πολύωρες συζητήσεις με τον κύριο Ηλία Τσουλούφο. Πρίν από χρόνια, ο κύριος Ηλίας, είχε δεί πολλές σελίδες με χειρόγραφα του Φιλοκτήτη. Ηταν ποιήματα. Δεν μπορούσε να ταυτοποιήσει το αν αυτή η συλλογή ήταν η ίδια με αυτή που είχε εκδοθεί και αυτό γιατί δεν γνώριζε ότι ο Φιλοκτήτης είχε από το 1923 εκδώσει συλλογή ποιημάτων. Δυστυχώς αυτά τα χειρόγραφα, σήμερα, δεν υπάρχουν.
Σε μια άλλη συνεργασία η Ευδοκία Ντίνου, μας μίλησε για τον γιό του Φιλοκτήτη, τον Ηλία. Μέσα στις περιγραφές της μορφής του Ηλία, έγινε αναφορά για τα ποιήματα που έγραφε. Με δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια της, μετά και τον θάνατο του Ηλία, η σύζυγος του Φιλοκτήτη, η κυρία Ευθαλία, έζησε στην Αθήνα, στο σπίτι της αδελφής της, αυτό το γεγονός μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι τα χειρόγραφα που είχε δεί ο κύριος Ηλίας Τσουλούφος να ήταν ποιήματα του Ηλία Λαμπράκη, γιού του Φιλοκτήτη.
Οι Αμφικτίονες προσπάθησαν να αναζητήσουν τυχόν και δεύτερη συλλογή ποιημάτων σε κάποιο εκδοτικό οίκο ή σε κάποιο αρχείο ψηφιακής βιβλιοθήκης. Δεν είχαμε αποτέλεσμα, όπως δεν είχαμε με την αναζήτηση των δύο βιβλίων του Κωνσταντίνου Μαλλιαρού (περίοδος έκδοσης 1900-1910) με τίτλο «Αστρονομία» και «πως δύναται τις να προστάξει τα πνεύματα».
Το αρχοντικό του Λαμπράκη
Ο πατέρας του Φιλοκτήτη, ο Ηλίας Λαμπράκης, το έτος 1839 κατασκευάζει το περίφημο αρχοντικό του. Σε μια πέτρα του αρχοντικού υπήρχε χαραγμένο το έτος. Σύμφωνα με τον Κύριο Ηλία Τσουλούφο, το αρχοντικό ήταν αντίγραφο από το σπίτι του Καποδίστρια σε χωριό της Κέρκυρας. Αυτό το διαπίστωσε από ένα ημερολόγιο της Κέρκυρας που είχε φωτογραφία από ένα αρχοντικό του Καποδίστρια σε ένα χωριό της Κέρκυρας.
Το αρχοντικό ήταν μέσα σε ένα μεγάλο οικόπεδο στα δυτικά της κεντρικής πλατείας της Βόνιτσας. Ειχε ένα κατώγι, με ύψος τέτοιο που να εξυπηρετεί τις καθημερινές ανάγκες, ενώ το ανώγειο είχε το ύψος των αρχοντικών, δηλ. ψηλοντάβανο. Η είσοδος στο κατώγι γίνονταν από δύο καμάρες, οι οποίες στήριζαν τον μπόντζο του ορόφου. Η πρόσβαση στον όροφο γίνονταν από δύο σκάλες, αριστερά και δεξιά, δίνοντας μια απόλυτη συμμετρία στο αρχοντικό.
Η τοποθεσία του αρχοντικού ήταν στο παζάρι της Βόνιτσας, το παλιό Borgo. Γύρω του υπήρχαν ή μετέπειτα κτίστηκαν τα περίφημα αρχοντικά της Βόνιτσας.
Κατοικήθηκε από την οικογένεια του Ηλία Λαμπράκη και μετά από τον Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Τη περίοδο που ο Φιλοκτήτης και η οικογένειά του διέμειναν στη Πρέβεζα, το αρχοντικό, τους δέχονταν συνήθως τις Κυριακές, αφού ο Φιλοκήτης είχε δεθεί με το αγρόκτημα που είχε στον Πλατανιά.
Με τους πρώτους βομβαρδισμούς της Πρέβεζας από τα Ιταλικά πολεμικά αεροπλάνα, το αρχοντικό ξαναγέμισε, αφού η Βόνιτσα δέχθηκε όλους τους Πρεβεζιάνους που είχαν συγγενείς ή δικά τους σπίτια στη Βόνιτσα. Η οικογένεια του Φιλοκτήτη ξαναήλθε στηΒόνιτσα, από τη Πρέβεζα, όταν τα αγγλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν την Πρέβεζα.
Μετά τον θάνατο του Δημήτρη, η Ευθαλία, χήρα πλέον του Φιλοκτήτη, επανέρχεται στο αρχοντικό της Βόνιτσας με τα δύο παιδιά της, την Ελισάβετ και τον Ηλία.
Ζει εκεί, εκτός από μικρά διαστήματα που επισκέπτεται την Αθήνα, μέχρι και τονθάνατο του γιού της Ηλία. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, εγκαταλείπει το αρχοντικό και εγκαθίσταται στην Αθήνα.
Τη περίοδο αυτή ο ζωγράφος Σταύρακας, στήνει το καβαλέτο του στην αυλή του αρχοντικού και με το πινέλο του, αποθανατίζει την τελευταία εικόνα του.
Η Ευθαλία, χήρα Φιλοκτήτη, δύο χρόνια πρίν τον θάνατό της, μεταβιβάζει τη περιουσία της στην αδελφή της, την Δάφνη.
Το αρχοντικό με την εγκατάλειψη που είχε, κάθε ημέρα το κατέστρεφε με μεγάλη ταχύτητα. Μια φωτογραφία αυτής της περιόδου, μας δείχνει τα σημάδια της εγκατάλειψης.
Σπουδαστές των εκπαιδευτηρίων πληροφορικής, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της σχολής, αποφασίζουν να δημιουργήσουν με γραφικά της γλώσσας προγραμματισμούLOGO, αξιόλογα τοπία της Βόνιτσας. Μια ομάδα εργάστηκε με την πύλη της χώρας, άλλη με το αρχοντικό Λαμπράκη, άλλη με τους ημικυκλικούς προμαχώνες κλπ..
Οι μαθητές αποθανάτισαν με τα γραφικά της γλώσσας προγραμματισμού LOGO, το αρχοντικό Λαμπράκη.
Παρά την καταστροφή του κτιρίου, εσωτερικά έχουν μείνει πολλά από τα έπιπλα, τους πίνακες ζωγραφικής, τα κειμήλια της οικογένειας. Τα περισσότερα από αυτά, αρπάζονται κρυφά και πουλιούνται στο Μοναστηράκι Αθηνών. Ο σύζυγος της κυρίας Δάφνης, ο κύριος Ηλίας Τσουλούφος κατορθώνει σώζει ελάχιστα από τα κειμήλια. Εντοπίζει το κατάστημα με τις αντίκες στο Μοναστηράκι και από εκεί παίρνει το ραδιόφωνο, που είχε ο Φιλοκτήτης.
Λίγα χρόνια πριν, μια Βονιτσιάνικη επιχείρηση, προχωρεί στην υλοποίηση μιας διαφήμισης με πολιτιστικό υπόβαθρο. Αναθέτει σε ζωγράφο την αποτύπωση, σε γκραβούρες, διάφορων τοπίων της Βόνιτσας. Δώδεκα γκραβούρες στολίζουν ένα μοναδικό ημερολόγιο, αποθανατίζοντας την παλιά Βόνιτσα. Η καλλίτερη διαφήμιση για μια επιχείρηση, ένα πολιτιστικό έργο.
Ο Επαμεινώνδας Νικάκης αναλαμβάνει το σχετικό project και επικοινωνεί με την επιχείρηση, ξυλουργικό εργοστάσιο Δημήτριος Κύρκος (ΒΕΞ ΑΕ). Από την επιχείρηση του παραδίδουν όλη την σειρά, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ένα θέμα για μια παλιά γειτονιά της Βόνιτσας. Στα δεξιά αυτής της γκραβούρας, διακρίνεται το αρχοντικό του Λαμπράκη.
Σε αυτό το σημείο, σας ενημερώνουμε ότι ο Επαμεινώνδας Νικάκης (πρώην Διευθυντής του Τεχνικού Λυκείου), έχει αναρτήσει σχετικό άρθρο με τις υπέροχες γκραβούρες. Από αυτή την εργασία, σας παραδίδουμε την γκραβούρα με την παλιά γειτονιά της Βόνιτσας.
Σαν να μην έφτανε η εγκατάλειψη του αρχοντικού, εμφανίζεται ένα άλλο πρόβλημα. Με την δημιουργία του νέου σχεδίου πόλης της Βόνιτσας, υπήρξε από πλευράς του Δήμου, ηφαεινή ιδέα του γκρεμίσματος του αρχοντικού και με το υπόλοιπο ελεύθερο οικόπεδο την κατασκευή πλατείας.
Η Δάφνη Τσουλούφου, αδελφή της Ευθαλίας χήρας Φιλοκτήτη Λαμπράκη, καταφεύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας και κερδίζει την ακεραιότητα του αρχοντικού. Δυστυχώς, σε λίγα χρόνια ο Δήμος επανέρχεται με ένα μεγάλο δίλλημα για την κυρία Δάφνη. «Αν κάποιος τραυματιστεί με την πτώση τμημάτων του σπιτιού, θα έχεις ολόκληρη την ευθύνη», λες και ήταν το μοναδικό ακατοίκητο κτίριο στη Βόνιτσα.
Η κυρία Δάφνη αναγκάζεται να συμφωνήσει για την ισοπέδωση του αρχοντικού, ισοπέδωση που γίνεται με έξοδα του Δήμου.
Τέλος του Β’ μέρους
Στο Γ’ μέρος θα παρουσιαστεί το γενεαλογικό δέντρο, της ευγενούς Βονιτσιάνικης οικογένειας «Λαμπράκη».
Αντιπρόεδρος της Αμφικτιονίας Ακαρνάνων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου