23 Μαΐου 2013

Στην Περατιά για κουκούτσες

 
Οι κουκούτσες είναι ένα είδος αγριαγκινάρας. Στο χωριό μου δεν τις ξέραμε, ούτε τις είχα δει ποτέ μέχρι σήμερα. Αντίθετα εδώ στην πόλη -παλιότερα ιδίως- ήταν πολύ γνωστές, παρότι δεν φύονται στο νησί μας. Η Περατιά ήταν από παλιά το μέρος που πήγαιναν οι Λευκαδίτες αυτή την εποχή, για να μαζέψουν κουκούτσες. Θεωρούταν τότε ιδιαίτερα γευστικός μεζές που συνόδευε το ούζο ή το κρασί. 



Ο φίλος που πήγαμε μαζί σήμερα στην Περατιά για κουκούτσες, είναι μπουρανέλος. 
Ξεκινώντας το πρωί για τον περίπατο στη Περατιά εκτός από τη γαστριμαργική προτίμηση, ήθελε να ικανοποιήσει γευστικές αναμνήσεις των παιδικών του χρόνων. Μικρός συνήθιζε να πηγαίνει κάθε τέτοια εποχή με τον πατέρα του στα ίδια μέρη, να μαζέψουν κουκούτσες. 
Τα περισσότερα χωράφια στην Περατιά σήμερα είναι χέρσα, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι περιφραγμένα. Με την ατολμία μας να εισέλθουμε σε ξένα χωράφια, αν δεν συναντούσαμε τον κύριο Μήτσο κάτοικο της περιοχής, θα επιστέφαμε άπρακτοι. 
Μας οδήγησε στο κατάλληλο μέρος. Ήταν ένα μεγάλο χέρσο χωράφι. Με γάντια και μεγάλο ψαλίδι το μάζεμα δεν ήταν καθόλου δύσκολο. 
Οι κουκούτσες είναι γεμάτες αγκάθια σαν τις αγκινάρες. Ο κορμός τους όμως έχει περισσότερες διακλαδώσεις και σε κάθε κοτσάνι γίνονται τρεις καρποί. Ένας στη μέση και δυο στα πλάγια, σχεδόν συμμετρικά. 


Τρώγονται βρασμένες βγάζοντας ένα – ένα τα φύλλα, τρώγοντας το κάτω μέρος, το τρυφερό. Το εξωτερικά φύλλα έχουν ελάχιστο φαγώσιμο μέρος, όσο όμως πλησιάζεις προς το εσωτερικό το φαγώσιμο μέρος αυγαταίνει μέχρι που φτάνεις στην «καρδιά» που τρώγεται ολόκληρη. Η γεύση τους είναι εκλεκτή. 
Ο φίλος μου θυμήθηκε ότι ο «Ταγιέγος»* όταν τις πουλούσε βρασμένες μέσα σε κόφες στην αγορά, μέχρι και τη δεκαετία του ’70, τις συνόδευε με μια πρέζα αλάτι. Έτσι κάθε φύλλο πριν φαγωθεί το ακουμπούσαν πρώτα πάνω στο αλάτι. 
Μαζέψαμε αρκετές σήμερα. Ένα μέρος απ’ αυτές θα σταλεί στην Αθήνα. Εκεί κάποιος φίλος θα ξαφνιαστεί ευχάριστα και θα θυμηθεί τα παιδικά του χρόνια, όταν αντικρύσει το μικρό μας δέμα. 

* («Ο τελευταίος πωλητής που κατέγραψε η αφανής, τοπική, ιστορία ήταν ο Σταύρος Θερμός, ο γνωστός τοις πάσι μπουρανέλλοις, Ταγέγιος, ο οποίος περιφέροντας αυτούς τους υπέροχους φυτικούς μεζέδες, πάνω στο τρίτροχο καρροτσίνι του, δεν έπαυε στιγμή να διαλαλεί και εμέσως να γνωστοποιεί το συνοδευτικό έδεσμα: «Έχει ζεστέεες!!! Κουκούτσεεες!!!») Νίκος Βαγενάς: Δουλειές του ποδαριού και Υπαίθριοι Καταστηματάρχες

Βιολέττα Σάντα

Από Λευκαδίτικα Νέα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου